- πολυσπερμία
- Εισχώρηση περισσότερων από ένα σπερματοζωαρίων μέσα στο ώριμο ωάριο (αλλιώς υπεργονιμοποίηση).
Κανονικά, το ώριμο ωάριο γονιμοποιείται με την είσοδο στο εσωτερικό του ενός μόνο σπερματοζωαρίου. Το γονιμοποιημένο ωό περιβάλλεται αμέσως από μια μεμβράνη και ο φλοιός του μεταβάλλεται κατά την ενεργοποίηση. Τότε συμβαίνει το φαινόμενο της μονοσπερμίας. Στις ομάδες όμως που χαρακτηρίζονται από την παραγωγή πολύ ογκωδών ωών (πτηνά, ερπετά, ουροδελή, σελάχιους, σκορπιούς, έντομα) παρατηρείται σε γενικές γραμμές το φαινόμενο της π. Εισχωρούν δηλαδή, στο ωάριο μέχρι εκατό σπερματοζωάρια, από τα οποία μόνο το ένα είναι γονιμοποιό, ο προπυρήνας του οποίου ενώνεται με εκείνον του θηλυκού. Στα πτηνά, τα υπόλοιπα σπερματοζωάρια που απωθούνται στα επιφανειακά στρώματα της λεκίθου συντελούν στο σχηματισμό του λεκιθικού συγκυτίου. Στα έντομα, τα άλλα σπερματοζωάρια εκφυλίζονται μέσα στη λέκιθο.
* * *η, ΝΑ[πολύσπερμος]αφθονία σπέρματος, αφθονία σπόρουνεοελλ.βιολ. η είσοδος περισσότερων σπερματοζωαρίων στο ωάριο κατά τη γονιμοποίηση, φαινόμενο φυσιολογικό όταν το ωάριο είναι πολύ ογκώδες.
Dictionary of Greek. 2013.